ΣΤΗΣ 28-2-2016 Η ΔΙΚΗ ΜΑΣ ΕΥΓΕΝΙΑ ΑΦΟΥ
ΕΠΑΙΞΕ ΤΟ ΠΡΩΙ ΤΕΝΙΣ, ΧOΡΕΨΕ ΜΕ ΚΕΦΙ ΤΟ ΜΕΣΗΜΕΡΙ ΣΤΗΝ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΤΗΣ <<OΑΣΗΣ>>
ΤΗΝ ΘΑΥΜΑΣΑΜΕ ΟΛΟΙ, ΑΠΟΛΑΥΣΤΕ ΤΗΝ..
ΜΕ ΑΓΑΠΗ ,ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝ ΚΑΙ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΤΗΣ ΠΕΝΑΣ ΤΩΝ ΦΙΛΩΝ ΜΑΣ !
Δευτέρα 29 Φεβρουαρίου 2016
ΣΤΙΣ 24-2- 2016 ΣΤΗ
ΒΙΛΛΑ ΣΤΕΛΛΑ, ΕΓΙΝΕ Η ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΩΝ ΒΙΒΛΙΩΝ ΤΟΥ
ΗΛΙΑ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
<<μικροί θεοί
Μεγάλοι Άνθρωποι>> ΚΑΙ <<ΠΡΟΣΘΕΣΕ ΑΦΑΙΡΩΝΤΑΣ>>.
ΜΙΑ ΟΜΟΡΦΗ
ΜΟΥΣΙΚΟΠΟΙΗΤΙΚΗ ΒΡΑΔΙΑ, ΜΕ ΤΟΝ ΝΙΚΟ ΦΥΛΑΚΤΟ ΣΤΟ ΠΙΑΝΟ,ΤΟΝ ΤΑΚΗ ΚΩΝΣΤΑΝΤΑΚΟΠΟΥΛΟ
ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΚΑΙ ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΘΑΛΑΣΣΙΝΗ ΑΠΑΓΓΕΛΙΑ.
ΣΤΟ ΠΙΑΝΟ
ΠΑΙΖΕΙ Ο ΝΙΚΟΣ ΦΥΛΑΚΤΟΣ ΣΕ ΠΡΩΤΗ ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΕΝΑ ΜΕΛΟΠΟΙΗΜΕΝΟ ΠΟΙΗΜΑ
ΤΟΥ ΘΕΩΔΟΡΟΥ ΣΑΝΤΑ.Τετάρτη 24 Φεβρουαρίου 2016
ΣΤΙΣ 23- 2-2016 ΣΤΗΝ ΚΑΤΑΜΕΣΤΗ ΑΙΘΟΥΣΑ ΤΗΣ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑΣ ΕΝΩΣΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΩΝ,
ΜΑΣ ΑΠΗΓΓΕΙΛΕ Η ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΨΑΚΗ ΚΩΒΑΙΟΥ[ποιήτρια, έφορος τηςΠΕΛ] ΚΑΙ ΜΑΣ ΔΙΑΒΑΣΕ Ο ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΦΛΩΡΟΣ,ΓΙΑ ΤΙΣ
<<Αυθεντικές, ερωτικές επιστολές, επιφανών ανδρών>>.
<<Αυθεντικές, ερωτικές επιστολές, επιφανών ανδρών>>.
ΜΟΥΣΙΚΗ ΕΠΕΝΔΥΣΗ
ΒΑΣΙΛΗΣ ΠΑΠΑΚΩΣΤΑΣ, ΑΡΕΤΗ ΚΟΚΚΙΝΟΥ, ΤΑΚΗΣ ΚΩΣΤΑΝΤΑΚΟΠΟΥΛΟΣ.
Δευτέρα 22 Φεβρουαρίου 2016
Μια ονειρική βραδιά στα πέλαγα της ποίησης και της μουσικής...
Μια χειμωνιάτικη νύχτα πριν από λίγες ημέρες, στη μουσική σκηνή ,« Το Μπαράκι της Διδότου», σ’ αυτόν τον ιδιαίτερο χώρο Τέχνης, μπόρεσε η ποίηση ν’ ανοίξει τα πανιά της ,με καπετάνιο τη μουσική για το μεγάλο ταξίδι στα ονειρώδη νερά της Τέχνης μέσα από τη μουσική παράσταση με τίτλο: « Όταν η ποίηση συναντά τη μουσική», της soprano Μαριλιάνας Ρηγοπούλου και του πιανίστα
Οδυσσέα Κουμάτου.
ΣΤΟ POLIS ART KAFE, ΠΡΑΓΜΑΤΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ΣΤΙΣ 21 2 2016 ΜΙΑ ΩΡΑΙΑ ΜΟΥΣΙΚΟΠΟΙΗΤΙΚΗ ΒΡΑΔΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΙΚΗΣ ΜΕΛΙΣΣΟΥΡΓΟΥ.
Η ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΣΥΛΛΟΓΗ ΕΙΧΕ ΤΙΤΛΟ
<<ΔΙΧΩΣ ΦΩΤΙΑ, ΔΙΧΩΣ ΓΥΝΑΙΚΑ,ΔΙΧΩΣ ΘΑΛΑΣΣΑ. ΠΥΡ,ΓΥΝΗ ΚΑΙ ΘΑΛΑΣΣΑ>>
Δεν έχει εισιτήριο η σωτηρία
Δεν έχω χρόνο να σας συστηθώ,
ούτε θέλω να σας γνωρίσω εκείνη.
Τα ελληνικά είναι μονοπάτι δύσκολο,
με απελευθερωμένες σκέψεις
δε συστήνω ούτε Αγία
ούτε μια νύχτα στην κόλαση.
Δεν έχω το βλέμμα περίσσιο
για τις επιθυμίες της μαμάς,
τα θέλω των συγγενών
και τα "τι θα πουν" των γειτόνων.
Έχω μια σκιά που έρχεται συντροφιά
στο βήμα μου, που ανεβαίνει σκαλοπάτια κι είναι πάντα κάτι εκατοστά πριν από εμένα.
Σήμερα έχω μια βραχνάδα στο μυαλό,
έχω μια θλίψη στη σκέψη,
στο στομάχι μια αηδία
και μια ανορεξία στην καρδιά.
Ενημερώνω ότι δεν ευχαριστώ κανέναν και τίποτα για όσα δεν καταλαβαίνουν οι άνθρωποι.
Ενημερώνω πως με ενοχλεί απίστευτα που "δεν πειράζει" για όσα τελικά τους βολεύουν.
Δε συμφωνώ μαζί σας, κι αμφιβάλω αν κι εσείς χαίρεστε που δεν είμαι τουρίστρια.
Δεν ξέρω όταν ανοίγω τα χέρια, τι αφήνω και τι δέχομαι.
Ξέρω όμως πως όταν απουσίαζω από το σώμα, διηγούμαι στη ζωή μου τη ζωή που θα ήθελα να ζήσω.
Κι αν δεν έδωσα απόψε στο χορό τα βήματα, γιατί χορεύουν τα δάκρυα στο πρόσωπο μου;
Κι αν δεν άφησα απόψε στην πνοή μια ανάσα, γιατί αναστενάζει η ψυχή και δε βαστά εντός μου;
Κι αν ξέρω να ακούω μελωδίες
γιατί ξωπίσω από τις νότες
σουλατσάρουν οι διάβολοι;
Ναι, εδώ πονάω
εδώ ζαλίζομαι,
εδώ δεν έχει εισιτήριο η σωτηρία
να με πάρει μαζί της ..... και χάνομαι.
Βασιλική Μελισσουργού © HoneyMaker
15/2/2016
Αθήνα
ΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑ ΤΗΣ ΒΟΥΛΑΣ ΜΕΜΟΥ
ΑΤΙΤΛΟ
Κλεινεις τα ματια
Και η σιωπη περονιάζει τα μελίγγια σου.
Αφουγκραζεσαι το στηθος σου.
Και νιωθεις μια καρδια ξεσπιτωμενη….
Εσυ…
Που πενθησες για τα κυκλαμινα του βραχου,
Που δακρυσες στο λυκαυγες…..
Εσυ…
Που ετρεφες την μοιρα σου με αναστεναγμους,,,
Που περπατησες στο τεντωμενο σκοινι σούρουπο…
Εσυ ….
Που το ανεμοβρεχο,
Σκουριασε έναν ολακερο ωκεανο….
…………………
Κι υστερα λες….Καλημερα και χαμογελας….
Κλεινεις τα ματια
Και η σιωπη περονιάζει τα μελίγγια σου.
Αφουγκραζεσαι το στηθος σου.
Και νιωθεις μια καρδια ξεσπιτωμενη….
Εσυ…
Που πενθησες για τα κυκλαμινα του βραχου,
Που δακρυσες στο λυκαυγες…..
Εσυ…
Που ετρεφες την μοιρα σου με αναστεναγμους,,,
Που περπατησες στο τεντωμενο σκοινι σούρουπο…
Εσυ ….
Που το ανεμοβρεχο,
Σκουριασε έναν ολακερο ωκεανο….
…………………
Κι υστερα λες….Καλημερα και χαμογελας….
Πέμπτη 18 Φεβρουαρίου 2016
ΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑ ΤΗΣ ΠΗΝΕΛΟΠΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΟΠΟΥΛΟΥ
<< ΠΡΟΤΡΟΠΗ >>
Προτροπή
Βήμα ας κάνουμε οι Έλληνες προμηθεϊκό.
Ας ξεφύγουμε από κάθε εγχείρημα πρόχειρο κι επιμηθεϊκό.
Ώρα να πετάξουμε από πάνω μας το βάρος απ΄τα παρελθόντα.
Είναι καιρός να σταθούμε , στη νέα εποχή, σίγουρα,
γεμάτα αυτοπεποίθηση όντα.
Δεν είμαστε τυμβωρύχοι , ούτε μας αρκούν των επιτευγμάτων του παρελθόνυος οι ήχοι.
Είμαστε γόνιμοι συνεχιστές , του Ορθού Λόγου πρεσβευτές ,
της Μνημοσύνης κόρες, που φως έδωσαν σ΄όλες της γης τις χώρες.
Πηνελόπη Αναστασοπούλου
Βήμα ας κάνουμε οι Έλληνες προμηθεϊκό.
Ας ξεφύγουμε από κάθε εγχείρημα πρόχειρο κι επιμηθεϊκό.
Ώρα να πετάξουμε από πάνω μας το βάρος απ΄τα παρελθόντα.
Είναι καιρός να σταθούμε , στη νέα εποχή, σίγουρα,
γεμάτα αυτοπεποίθηση όντα.
Δεν είμαστε τυμβωρύχοι , ούτε μας αρκούν των επιτευγμάτων του παρελθόνυος οι ήχοι.
Είμαστε γόνιμοι συνεχιστές , του Ορθού Λόγου πρεσβευτές ,
της Μνημοσύνης κόρες, που φως έδωσαν σ΄όλες της γης τις χώρες.
Πηνελόπη Αναστασοπούλου
ΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑ ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΚΑΤΣΟΥΛΑ
Εγω σου λεω να παθιαστεις!
Μες στο απολυτο βαθεια να μπεις!
Μπρος στην καταστροφη μην εισαι ηττοπαθεις!
Να χασεις,να κερδισεις,να πεσεις,να σηκωθεις!
Σαν δυνατος που εισαι αγαπη να δωσεις,να δεχτεις!
Σου λεω μονο να παθιαστεις!
Γιατι οταν εκεινη η ωρα θα φανει
και προσωπο με προσωπο με κεινον ρθεις
αντρικεια μπροστα του να σταθεις
και με τον πυρινο σου λογο να του πεις.
Σε νικησα θανατε γιατι τα δωσα ολα
κι εσυ δεν εχεις τιποτα να μου παρεις.
Σε νικησα θανατε!!Σε νικησα!!
Τετάρτη 17 Φεβρουαρίου 2016
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟ ΔΙΗΓΗΜΑ ΤΗΣ ΛΕΝΑΣ ΦΑΤΟΥΡΟΥ
<<Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΝΝΙΤΑΣ>>
Σταμάτησα τη σχολή γιατί ντρεπόμουν μετά τον βιασμό μου.Το όνομα μου συζητιόταν για καιρό μετά το συμβάν,και κάποιοι ένιωθα πως με λυπόντουσαν. Άρχισα να δουλεύω σε μικρά μπαράκια σαν γκαρσόνα.Από κει και πέρα,όλα ήρθαν μόνα τους.Τα μπαράκια έγιναν ξενυχτάδικα,στην αρχή σαν λουλουδού,ευχάριστη νότα σε αντροπαρέες αργότερα,και κοκότα πολυτελείας στα εικοσιοκτώ μου. Κούρσεψε το κορμί μου κάθε λογής σερνικό,αλλά κούρσεψα και εγώ τα παχειά τους πορτοφόλια αποκτώντας μία διόλου ευκαταφρόνητη περιουσία.Το όνομα μου το άλλαξα.Συστηνόμουν ως Ανούσκα.Πότε-πότε μία περούκα άλλαζε την κόμη μου όποτε αισθανόμουν πως με είχα βαρεθεί με το ίδιο στιλ.
Ακόμα και τώρα,η συνείδηση μου φωνάζει:
---Εσύ σκότωσες την Αννίτα.--
--Γιατί ναι,εγώ την σκότωσα.Κάθε μέρα της κάνω τρισάγιο--.
-----------------------------
Η Αννούσκα του έρωτα,ετούτο το πρωί δεν ξύπνησε.Κάηκε στο διαμέρισμα της.Ήταν φωτιά, που την έβαλε το ίδιο της το χέρι;Τσιγάρο και ουίσκι μαζί,ένα συνδυασμός που πυρπόλησε την γκρίζα ζωή της.Άλλοι είπαν πως την πήρε ο ύπνος,και το αναμμένο τσιγάρο της λαμπάδιασε τα όνειρα,αλλά και την ίδια.Άλλοι ήταν σίγουροι,πως αυτόν τον επίλογο τον διάλεξε εκείνη.Σε αυτή την πικρή ιστορία όμως,υπήρχε και η θετική πλευρά.
Η περιουσία της όλη πέρασε σε μία στέγη γερόντων,και κάποιες χιλιάδες ευρώ,στο νοσοκομείο της πόλης που κατοικούσε,για την αγορά ενός καρδιολογικού μηχανήματος.
Ήταν πολλά τα βράδια εκείνα,που είχε επισκεφτεί το συγκεκριμένο νοσοκομείο με ενοχλήσεις που ένιωθε στην καρδιά.
Τη διαθήκη την είχε συντάξει ένα χρόνο πριν,επισκεπτόμενη τον δικηγόρο της,και την είχε αφήσει στο γραφείο του.Καταλάβαινε πως η ζωή της,-παρ'ότι ήταν μόνο πενήντα πέντε ετών--τελείωνε. Το ποτό και η νύχτα,την είχαν καταρρακώσει.
----------------------------
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟ ΔΙΗΓΗΜΑ ΜΟΥ ΜΕ ΤΟΝ ΤΙΤΛΟ
<Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΗΣ ΑΝΝΙΤΑΣ>
Κυριακή 14 Φεβρουαρίου 2016
ΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑ ΤΗΣ ΕΛΕΝΗΣ ΛΥΤΡΑ
Τα παιδιά…
Είναι κάποια παιδιά…
που ξυπνούν τις Αλήθειες σου
οι ωραίοι ταξιδιώτες της νύχτας
χαράζουν τις λέξεις
κι οι λευκές πεταλούδες
τριγυρίζουν στο φως
μη φανούν όνειρα τυλιγμένα
σε ανάσες ζωής
οι σκιές ξεγλυστρούν στο σκοτάδι
μες στα κόκκινα φύλλα φωλιάζουν,
μοναχή η αγάπη
με φωτιά τα κομμάτια σου σμίγει
στην Ψυχή σου να γίνονται «Ένα»…
Ελένη 26/12/15
ΕΝΑ ΩΡΑΙΟ ΠΟΙΗΜΑ ΤΗΣ ΣΤΕΛΛΑΣ ΤΕΡΓΙΑΚΗ
ΑΕΝΑΗ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ
Στέκω στους ηλιοκαμένους βράχους
για ν’ ακούω τους παφλασμούς
στο λιόγερμα των λογισμών μου.
Μια γοργά, μια ανασυρτά αφουγκράζομαι
τους ιριδανούς κεχρισμένους χτύπους
μιας καρδιάς που πορεύεται
στο άχρονο του χρόνου…
αποζητώντας ένα απάνεμο λιμάνι,
στο άπαν της Ουσίας !
Πώς να κλείσεις τις αισθήσεις σου
στο νυχτοκάματο ακρογιάλι,
που χαϊδεύεται απαλά με την αύρα
της χρυσίζουσας θάλασσας,
σαν σε χαϊδεύει στο πρόσωπο
και σου στέλνει τα μύρια μυστικά μηνύματα
της υπερκόσμιας ζεύξης !
Πώς να σταματήσεις τον χρόνο στις σκέψεις,
που καμώνονται αειθαλώς τη ρότα της ζήσης.
Πώς να εμποδίσεις την αέναη κίνηση
των χεριών που αποζητούν το χάδι,
στο δέρμα της αβύσσου,
ψάχνοντας την αντανάκλαση των σπινθήρων
στις κόρες των ματιών, που υπόσχονται !
Επίδοξοι κατακτητές, οι πορευόμενοι στην α-λήθεια!
Νικημένοι πολεμιστές, οι σπείροντες το μ-ίσος!
Κι οι δυό μαζί, παραδομένοι στο παράφορο πάθος της επανάστασης,
ζηλωτές της ιερουργίας του χρόνου,
αποζητούν το χρυσοποίκιλτο εκείνο κλειδί,
που ανοίγει τις πόρτες της Ειμαρμένης!
Ρεμβάζοντας, αναζητήσαμε την συμμετοχή μας στο χρόνο
και το δικαίωμα της αφής των ματιών μας,
στα μάτια του άλλου…
Κι αν ακόμη τα θαλασσοπούλια δεν ήρθαν σιμά…
ν’ ανταμώσουν την παλάμη μας
που ανοιγμένη περίμενε…
ήταν γιατί κι εκείνα
να βουτήξουν ήθελαν μόνο,
στο βυθό της καρδιάς…
© Στέλλα Τεργιακή
28.1.2016
ΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑ ΤΗΣ ΛΕΝΑΣ ΦΑΤΟΥΡΟΥ.
ΛΗΣΤΑΡΧΙΝΕΣ
Της γέννας μου τα δώρα ήσαν πολλά.
Μα,εκείνο που ξεχώρισε,ήταν το ρούχο
της ζωής μου.
Αγγελικά φτιαγμένο με της αγνότητας
τ’ασήμι,στρωσίδι του λίκνου μου,το
φόρεσα κατάσαρκα στου δέρματος μου
το βελούδο.
Δύστροπες οι μοίρες μου,το ζήλεψαν
και στης τύχης το δρομάκι κεροφυλακτούσαν.
Λάφυρο έγινα στην άρρωστη μανία τους.
Μου’ κλεψαν όνειρα κι ελπίδες που έκρυβα,
και του ζεστού μου ρούχου τη σπάνια ομορφιά.
Έριξαν πάνω μου ασύμμετρα κουρέλια,
και χάθηκαν στο βάθος των χρόνων γελώντας
με τη γύμνια μου.
Σκαρί ανεμοδαρμένο έγινα να κλαίω,
σέρνοντας το ληστεμένο μου σώμα.
Πνίγηκα μέσα στο έλος της πονεμένης
μου πορείας.
Γερνώντας,δεν άλλαξε ΤΙΠΟΤΑ!
Ακόμα ψάχνω την Ιθάκη μου.
Οι λησταρχίνες,άφαντες…
Το σώμα σάπιο γέρνει στο χώμα,καθώς
η ακρωτηριασμένη γλώσσα μου,ένα ψευδό
ΓΙΑΤΙ; Στέλνει στα χείλη.
ΛΕΝΑ ΦΑΤΟΥΡΟΥ ΑΠΟ ΤΑ <ΑΝΩΝΥΜΑ.>
ΕΝΑ ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΟ ΠΟΙΗΜΑ ΤΟΥ ΗΛΙΑ ΠΑΠΑΚΩΣΤΑΝΤΙΝΟΥ.
<ΩΔΗ ΣΤΟΝ PABLO NERUDA>
Σε μια άκρη του κόσμου
εκεί που η οξεία αλλάζει στα χείλη
και που η δέηση καλπάζει
την πυκνή βροχή του ονείρου
εκεί που η ανέγγιχτη έρημος
φίλησε τα παγόβουνα των πράσινων θαυμάτων
και που τα μήκη ερωτεύονται την ακτογραμμή
εκεί από ένα βλέμμα κατέρρευσαν
πολυώροφοι κύκλοι σήψης και η σκέψη σχημάτισε
λίμνες νουφάρων με ασταμάτητη χρυσή βροχή.
Εκεί κάποια χείλη κτίσαν τη γη
και έπλασε η γλώσσα τη ζωή.
Εκεί ο Εχέδωρος αβγάτισε τις πηγές
και φύσηξε στο ιστίο του νου
που ταξίδεψε τη κάθαρση στη βρεγμένη άμμο της γης.
Και όταν ο καιρός γεννούσε τη γαλήνη
και το δίσεκτο έτος μόλις είχε αφήσει τη μυρωδιά του
τη διακοσιοστή εξηκοστή έκτη ημέρα
η σιγή διαπέρασε τις Άνδεις
σε ένα νυχτοσκάρι των λέξεων
και στο άτακτο πείσμα των λογισμών
εκεί που η ένωση των ανένταχτων δεν ήρθε
και το λύχτισμα των λύκων
χάραξε τα ηλιόπηχτα καταμεσήμερα
εκεί δεν θα σκιάζει τα μάτια, το γείσο,
που έσφιγγε ερωτοτροπώντας
τις τελευταίες σκέψεις των νερών.
Σήμερα αιώνες είπαν πως άργησαν
και σκάβουν την αθανασία
στον ίδιο τελικό αριθμό
του έτους των νεκρών συλλαβών.
Σήμερα στις οκτώ του Απρίλη,
όπου κατάπια το φως
τα οστά πήραν τον ήλιο στους πόρους τους.
Πίσω από το ποτάμι του καθρέπτη
λύθηκαν τα σφιγμένα μίση
και ένα όνομα απέκτησαν οι ρυτίδες μας!
Pablo.
ΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑ ΤΗΣ ΜΑΡΙΑΣ ΑΥΓΕΡΙΝΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΣΥΛΛΟΓΗ, ΔΙΦΟΡΟΥΜΕΝΕΣ ΑΛΗΘΕΙΕΣ
Κρύο μέσα, κουμπώσου
θα κρυώσει το φευγιό
γυμνό θα σ' εύρει, άξαφνα
ν' απλώνεις μνήμες με χέρια συμπαράσταση
σε νύχτες μαρτυρίου
σφίγγοντας τα μάτια
ακουμπωντας το πρόσωπο με επιείκεια και συμπόνια,
μην πονέσεις και πονέσει το πέρασμα της νυχτας
που χάραξες μισός
κι ο άλλος βούλιαξες σ'ενα μονόλογο
κερδίζοντας μια ύπαρξη
χάνοντας μια άλλη.
Μη σέρνεις τη σιωπή
ακούγεται θόρυβος
ονόματα σύρε πάνω στο μάρμαρο
στο παγωμένο έξω
στο αρχικό του Μ-η
στο τέλος του Α-λφα
ακαθοριστη περιπλάνηση γραμμάτων
γλιστρά στο τζάμι
χτυπά, μα δεν υπάρχεις
μόνο εγώ ακούω
εσύ κρυώνεις, όλο κρυώνεις
σε κουρασμένους δρόμους
σε άνομες κλίνες
μελαγχολεις απροειδοποίητα
σε ακούω, μη νομίζεις
γι αυτό κουμπώσου
θα κρυώσουν τα αινίγματα
θα ποτίσει ο πυρετός
θα ξαγρυπνήσει η νύχτα
χωρίς καν να σκεφτεί
τη γύμνια του φευγιού σου.
Maria Avgerinou
ΕΝΑ ΔΕΙΓΜΑ ΓΡΑΦΗΣ ΤΗΣ ΜΑΙΡΗΣ ΜΑΥΡΩΝΑ
Φοράω απόψε ένα μαύρο γάντι,ανάστροφα να μεθύσω το σώμα σου.
Να αφανιστώ διάπυρη στο θόρυβο των ματιών σου.
Με ταχύτητα φιλιού που παραλύει το αβέβαιο,να αναμετρηθούν οι σάρκες,να επιστρέφουν τα φεγγάρια τις ώρες της μυστικής ακολουθίας και εσύ,στο άλεκτό σου να αλλάζεις ρότα..
Σε βυθισμένα νερά να θυμηθείς τη γραμμή του νικητή.
Φοράω το αίμα της Εκάτης,σου ψιθυρίζω.Νύχια φιδιών και ένα κόκκινο κραγιόν να αντέχω το αμοίραστο του πόθου.΄΄Ελα,να σου δείξω πως σμίγουν οι σπόροι του ουρανού.
Καίγομαι για να σωθώ....
Λείπεις μέρες.
Σίγασαν τα μαντεία και οι πυξίδες.Μα μια πόρνη σκέψη κροταλίζει τη φλέβα.
Και η θύμηση ανεξερεύνητη,καταπίνει θάμματα και αστραπές.
Εσυ και εγώ....
Μια ανάσα βόρεια του θερισμού....
Μ.Μ
Να αφανιστώ διάπυρη στο θόρυβο των ματιών σου.
Με ταχύτητα φιλιού που παραλύει το αβέβαιο,να αναμετρηθούν οι σάρκες,να επιστρέφουν τα φεγγάρια τις ώρες της μυστικής ακολουθίας και εσύ,στο άλεκτό σου να αλλάζεις ρότα..
Σε βυθισμένα νερά να θυμηθείς τη γραμμή του νικητή.
Φοράω το αίμα της Εκάτης,σου ψιθυρίζω.Νύχια φιδιών και ένα κόκκινο κραγιόν να αντέχω το αμοίραστο του πόθου.΄΄Ελα,να σου δείξω πως σμίγουν οι σπόροι του ουρανού.
Καίγομαι για να σωθώ....
Λείπεις μέρες.
Σίγασαν τα μαντεία και οι πυξίδες.Μα μια πόρνη σκέψη κροταλίζει τη φλέβα.
Και η θύμηση ανεξερεύνητη,καταπίνει θάμματα και αστραπές.
Εσυ και εγώ....
Μια ανάσα βόρεια του θερισμού....
Μ.Μ
ΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑ ΤΗΣ ΜΑΡΙΑΣ ΛΑΜΠΡΟΥ, ΑΠΟ ΤΟ ΑΛΦΑΒΗΤΑΡΙ ΤΗΣ ΖΩΗΣ.
ΤΟ ΦΩΣ ΣΤΟ ΣΚΟΤΑΔΙ
Έλιωσαν τα κεριά.
Και το φεγγάρι αράζει σ’ άλλους τόπους.
Πέρα από τα σκοτάδια του καημού
σ’ έβλεπα να κοιμάσαι σε μια θάλασσα.
Αλλιώτικος αυτή τη φορά.
Ή ίσως πάντα ίδιος.
Αφού σε είχα πλάσει όπως ήθελα,
χρώμα κι ανάσα της ζωής μου
πιστεύοντας πως θα ΄σαι.
Μα τώρα σε ονειρεύτηκα
σε τρένα και σταθμούς.
Να βάζεις λίγο μαύρο παραπάνω
στο νοτισμένο μου παράπονο.
Είδα το άδειο
στα σοκάκια του ονείρου.
Ήμουν εκεί και σε κοιτούσα.
Στα μάτια φορούσες την άρνηση.
Στα χέρια το σφουγγάρι.
Κι έσβηνες…
Τον ήλιο που δεν χόρταινα στα μάτια σου να βλέπω.
Το λίγο.
Το πολύ.
Τις λέξεις.
Κυρίως τις λέξεις.
Είδα το άδειο
μέσα στο άσπλαχνο του θρήνου μου.
Ναι ήμουν εκεί και σε κοιτούσα.
Κι ένιωσα να με διαπερνά
ότι απόμεινε απ’ το λίγο ,
ότι αναπλάθεται απ’ το τίποτα.
Μα εσύ τα πήρες και έφυγες.
Κι έμειναν οι πατρίδες χωρίς τέχνη
καθώς ερχόταν το ξημέρωμα.
Έσβηνες τις αχτίδες που σε έλουζαν.
Στη στοά της πληγής μου τις έθαβες.
Πόσο σκοτάδι ακόμα Θεέ μου!
΄΄Δεν ανέτειλες ήλιε να φωτίσεις σ’ εκείνους που πατρίδα δεν έχουν΄΄.
Και ήρθε η ανατολή από τα βάθη της πληγής μου.
Δώρο στερνό η λάμψη απ’ της πληγής το πέρασμα,
ακόμα μια ανατολή θα φέρει.
(Τι πλάνη να νομίζουμε πως στερεύει η ανατολή).
Δε στερεύουν οι αχτίδες που σε έλουζαν…
Γιατί το φως τους δεν φοβάται στο σκοτάδι!
ΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΙΚΗΣ ΜΟΥΡΓΕΛΑ.
Η Μάνα ενός Γορτύνιου στρατιώτη
Στον δρόμο που πηγαίνω, γυναίκα συναντώ
σιμώνω να ρωτήσω στα μάτια την κοιτώ.
-Ψάχνω μια μάνα χήρα μαντάτα να της πω ,
είχε ένα παλικάρι σταλμένο στον στρατό ….
Τα μάτια της βουρκώσαν.
Εκείνον καρτερώ.
Μου λέει και περιμένει τι έχω να της πω.
Τα πόδια μου λυγήσαν, τα χείλη μου σφραγίσαν ,
πως να της ξεστομίσω τόσο βαρύ κακό.
Σκύβω και της φυλάω τα χέρια της τα δυο.
Κυρά –Μαρία, λέω, κομπιάζω , ιδροκοπώ,
είχες έναν λεβέντη γενναίο αρσενικό, δεν δίστασε να πάει ενάντια στον εχθρό .
Έδωσε την ζωή του για ένα ιδανικό για την ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ και τον ΕΛΛΗΝΙΣΜΟ .
Μου ‘πε πριν ξεψυχήσει να ψάξω να σε βρω και να σου δώσω τούτα , σταυρό και φυλαχτό .
Και ενώ ψάχνω κουράγιο να ξανασηκωθώ, εκείνη
μ’ αγκαλιάζει και λέει με στεναγμό :
•Να είσαι καλά παιδί μου και σε ευχαριστώ .
Στην χούφτα της κρατάει σταυρό και φυλαχτό
και μ’ αποχαιρετάει:
•Πάω για να τον βρω !
Βασιλική Κ.Μουργελά
Χώρα Γορτυνίας
ΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑ ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΗ ΔΡΥΜΩΝΙΑΤΗ, ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΜΟΡΦΗ ΠΑΤΡΙΔΑ ΤΟΥ, ΤΑ ΚΥΘΗΡΑ.
Σε προσμένω κι ελόγου μου.
Στο κρυφό, στο απάνεμο, στο ζεστό ακρογιάλι,
σε προσμένουν οι Άνοιξες να γυρίσεις και πάλι.
Να μυρίσεις το σύμπαν σου, να τριφτείς με το χώμα
κι η ψυχή σου σαν άνεμος να φυσάει ακόμα.
Και μ’ εκείνα τ’ απέραντα, τα φτερά των ονείρων,
που ποτέ δεν φοβήθηκαν κεραυνούς καταιγίδας,
να πετάξεις στα σύγνεφα των δικών σου Κυθήρων,
της μικρής, της απέραντης, της ζεστής σου πατρίδας.
Η καρδιά σου προπέλα σου κι η ψυχή σου φτερούγα
να σε φέρουν στη Γάλανη, στο Καστρί, στη Γουρία,
στου σπιτιού τον αυλόγυρο, στου χωριού κάθε ρούγα,
στης ζωής σου την πρότερη, την ονείρου πορεία.
Σιωπηλός σαν τον Άγιο μου, τον Κρασά, το Νικόλα,
μπρος στον Ήλιο, στον άνεμο, μπρος στα κύματα όλα,
στο κρυφό, στο απάνεμο, στο ζεστό ακρογιάλι,
σε προσμένω κι ελόγου μου, τρυφερή παραζάλη.
γ.π.κ-δρ.
Από την «ΙΧΝΗ ΠΑΧΝΗΣ»
ΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑ ΤΗΣ ΤΖΟΥΛΙΑΣ ΠΟΥΛΗΜΕΝΑΚΟΥ
Ο ΗΧΟΣ ΤΗΣ ΕΙΡΗΝΗΣ
Πεθύμησα τον ήχο της ειρήνης,
εκείνη την υπερκόσμια έλλειψη ήχου,
τη θεία αφωνία,
χωρίς εκρήξεις, οιμωγές
και γοερές κραυγές τρόμου.
Πεθύμησα ν’ ακούσω τη χαρά
ανάμεσα στα χαλάσματα,
τα γέλια των μικρών παιδιών πεθύμησα
και τα χαμόγελα των λουλουδιών στον ήλιο…
Πεθύμησα την άηχη φωνή της ειρήνης
ανάμεσα στο μηδέν και το παν,
πεθύμησα τον ήχο της ειρήνης
όταν η τελευταία βόμβα θα εκλείψει,
όταν το πρώτο χαμόγελο θα πλημμυρίσει
και πάλι το σύμπαν των ψυχών μας!
ΤΖΟΥΛΙΑ ΠΟΥΛΗΜΕΝΑΚΟΥ
ΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑ ΤΟΥ ΘΑΝΑΣΗ ΑΓΓΕΛΟΥ
<ΕΠΙΓΝΩΣΗ>
Θα μπορούσα
να ήμουν και μόνος,
όταν στα σταχτιά σύννεφα,
προσπαθούσα να καρφώσω,
το μενταγιόν που μου χάρισες,
λίγο πριν φιλήσω,
τις πατούσες της σκέψης σου.
μετρούσα φτερούγες σπασμένων γλάρων
Όταν οδοιπόρος της ανεκτικότητας,
στα ξεραμένα νερά της ανήλιας λίμνης.
παράφορη ελπίδα λιγόχρονης ζωής.
Με τα βαλτόχορτα στις όχθες,
κολλημένα στη γλίτσα, της μπριγιαντίνης,
Ιχνηλάτης απολωλός,
πασαλειμμένα σανίδια
εντόπιζα τα σκαρφαλώματα
των θαρραλέων πτωμάτων,
πάνω στους ναϊνάδες
που τριζοσάπιζαν
του κάκου με πίσσα.
δεν τους φίλεψαν το φιλί της επίγνωσης;
Αναρωτιόμουν γιατί;
η σκουριά των καρφιών,
να χύνεται αίμα, στις φούχτες
εκείνων που τα σπουργίτια,
άφηναν τις ασπρίλες
Γιατί; Οι σκιές των πετάλων να τσακίζουν
πριν τη λιτάνευση της βροχής, τα καμπόσπαρτα.
Την ώρα που οι λαιμαριές,
κολιέ αλμύρας
μυρωδιές των βυσσινιών
στην κάψα του μεσοχείμωνου.
Που ήσουν τότε;
Όταν μόνος, ένιωσα
τη χελιδονόφερτη ηδονοσκιρτάδα του Μάη,
με τις λελουδίσιες ιριδόχρωμες
και των χερουβίμ ο ύμνος
και της χνουδάτης γαζίας
την ανατριχίλα του κίτρινου;.
Όταν τρις ανάλαφρη η έγνοια
τρύγαγε μέλισσας ράμφος,
τη γλύκα των ανθών τη σύνεση
πικράνει τον αντίλογο
αμβροσία της ψυχής το κοντάκιο
μέρευε μολόχα της τσουκνίδας το άγγιγμα.
Των θεόκλητων ο λόγος
πριν το δέος του άγουρου σύκου .
ΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑ ΤΗΣ ΣΤΕΛΛΑΣ ΒΡΑΚΑ.
ΑΤΙΤΛΟ
Κι εκεί που είπα να γράψω ένα κάτι
να βγει από μέσα μου η θάλασσα
να γίνει μια στεριά με νερά βρόχινα
με λουλούδια που ξεπήδησαν απ’ το τίποτα
μια στεριά τραγουδισμένη από πουλιά.
Εκεί που ‘λεγα να γράψω ένα κάτι άλλο
ήρθε η νύχτα να μου φέρει τ’ όνειρο.
Κι αυτό θαλάσσιο ήταν
τραγουδισμένο από γοργόνες
και λέξεις του Καβαδία
μεταλαβιές γνωστές ανατριχίλες
μεστές αλμύρας και Μοίρας.
~στέλλα βρακά~
3-02-2016
Πέμπτη 4 Φεβρουαρίου 2016
ΕΝΑ ΚΟΜΜΑΤΙ ΓΕΜΑΤΟ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ
, ΑΠΟ ΤΟ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟ ΣΑΛΟΝΙ ΤΗΣ ΜΑΡΙΟΝ ΜΙΝΤΣΙ I LOVE YOU
ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟ ΣΑΛΟΝΙ
I LOVE YOU!!!
Είπε ένα Δωρικό ‘’αντίο’’ κι έφυγε. Αποχαιρέτησε της Αγάπης την παρένθεση κι έβαλε τελεία. Tι κι αν της μεταμέλειας τα βλέφαρα, εκλιπαρούσαν …
Μη φύγεις, σ΄αγαπάω…δε πρόλαβα να σου το πω!
Μη φύγεις, σ΄αγαπάω…δε πρόλαβα να σου το πω!
‘’Στερνή μου γνώση, να σ΄είχα πρώτα’’. Λες και δεν ήξερα, ότι ο πιο σίγουρος τρόπος να χάσεις κάποιον, είναι να τον θεωρήσεις δεδομένο.
Αλλά πώς να φανταστώ μέσα απ΄τη Σπατάλη του ΕΓΩ, ότι σε κείνα τα χιλιάδες ΝΑΙ, που έλεγε ολοένα, θα έπεφτε ένα αποφασισμένο και μεγαλειώδες ΟΧΙ στην οργή του υπομονετικού, δίχως γυρισμό.
Αλλά πώς να φανταστώ μέσα απ΄τη Σπατάλη του ΕΓΩ, ότι σε κείνα τα χιλιάδες ΝΑΙ, που έλεγε ολοένα, θα έπεφτε ένα αποφασισμένο και μεγαλειώδες ΟΧΙ στην οργή του υπομονετικού, δίχως γυρισμό.
Όχι, όχι, μην θλίβεσαι, μου ψιθύρισε στ΄αυτί μου ο σοφός.
Με κάθε ‘’αντίο’’ Διδάσκεσαι!
Διδάσκομαι? Σε τι επάνω ακριβώς? Να κόβω τα σφάλματα μαχαίρι, ή να τα επαναλαμβάνω συνεχώς? Και τότε… γιατί με τόσους αποχαιρετισμούς, με τόσα δακρύβρεχτα ‘’για πάντα’’ και ‘’ποτέ’’ δεν έμαθα απολύτως τίποτα εγώ?
Με κάθε ‘’αντίο’’ Διδάσκεσαι!
Διδάσκομαι? Σε τι επάνω ακριβώς? Να κόβω τα σφάλματα μαχαίρι, ή να τα επαναλαμβάνω συνεχώς? Και τότε… γιατί με τόσους αποχαιρετισμούς, με τόσα δακρύβρεχτα ‘’για πάντα’’ και ‘’ποτέ’’ δεν έμαθα απολύτως τίποτα εγώ?
Και πώς να μάθω; Η πείρα μπορεί να σε κάνει προφέσορα στη θεωρία, να αγορεύεις στα σαλόνια και να μένουν όλοι με το στόμα ανοιχτό…
Στην πράξη όμως; Μέρα νύχτα τα ίδια λάθη , με δοτική αφέλεια στης εμπιστοσύνης το σταυρό, τα ίδια πάθη μέσα από τις τάσεις μου γυρεύω, γιατί εκεί με οδηγεί η φύση μου, αλλιώς…δεν θα ήμουνα εγώ.
Στην πράξη όμως; Μέρα νύχτα τα ίδια λάθη , με δοτική αφέλεια στης εμπιστοσύνης το σταυρό, τα ίδια πάθη μέσα από τις τάσεις μου γυρεύω, γιατί εκεί με οδηγεί η φύση μου, αλλιώς…δεν θα ήμουνα εγώ.
Η επανάληψη, μήτηρ καρμικής μαθήσεως,
με της ψυχοσύνθεσής μας το καρμπόν.
με της ψυχοσύνθεσής μας το καρμπόν.
Ένα μάθημα πήρα μόνο :
Απ΄τα ξεφτίδια μιας διαλυμένης σχέσης, μπορείς να υφάνεις το στημόνι μιας καλύτερης, στον αργαλειό της καλοσυνάτης προσμονής!
Απ΄τα ξεφτίδια μιας διαλυμένης σχέσης, μπορείς να υφάνεις το στημόνι μιας καλύτερης, στον αργαλειό της καλοσυνάτης προσμονής!
Καλώς ήλθες ελπιδοφόρα αρχή! Τρέχα να μπολιάσουμε την καρδιά, μες΄ το λογικό, πριν μας προλάβει πάλι, ο δηλητηριώδης δάκος του φινάλε.
Κορυφωμένη συνειδητοποίηση, σταλάζει τούτη την ώρα η γραφή μου,
ότι….πικρή ενίοτε, είναι η ζωή.
ότι….πικρή ενίοτε, είναι η ζωή.
Στην στράτα, λέει, που συχνά πηγαίναν, αντάμωσαν μια μέρα…
το δάκρυ γελαστό και της χαράς το βλέφαρο φαρμακωμένο.
Με κομμένα τα φτερά η νίκη και η ήττα αναπτερωμένη στον πηγαιμό του αετού!
Έτσι είναι η ζωή… ‘’να κλαις ή να γελάς, βράδυ και πρωϊ’’
το δάκρυ γελαστό και της χαράς το βλέφαρο φαρμακωμένο.
Με κομμένα τα φτερά η νίκη και η ήττα αναπτερωμένη στον πηγαιμό του αετού!
Έτσι είναι η ζωή… ‘’να κλαις ή να γελάς, βράδυ και πρωϊ’’
Έλα, χάρισε το χαμογέλιο στο φως της αστραπής
και της εξιλέωσης το κλάμα, στην θεία κοινωνία της βροχής!
και της εξιλέωσης το κλάμα, στην θεία κοινωνία της βροχής!
Αρκεί, στης Ευγνωμοσύνης μας το Ευχαριστώ, να μη ξεχάσουμε αυτό:
Mόνο με το αντίο της Ανάσας, τελειώνει η ζωή.
ΜΟΝΟ. Τότε μόνο.
Mόνο με το αντίο της Ανάσας, τελειώνει η ζωή.
ΜΟΝΟ. Τότε μόνο.
Όλα τ΄άλλα, κλαψίγελα κεντίδια στης Πούλιας τον ναρκισισμό!
Ίσως γιατί λάθεψες προσμένοντας το άπιαστο Αστέρι !
Ίσως γιατί συζούσες μια ζωή, με λάθος Ουρανό!
Ίσως γιατί λάθεψες προσμένοντας το άπιαστο Αστέρι !
Ίσως γιατί συζούσες μια ζωή, με λάθος Ουρανό!
***
Τετάρτη 3 Φεβρουαρίου 2016
ΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑ ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΗ ΔΡΥΜΩΝΙΑΤΗ <Ας ήτανε> Από την ΙΧΝΗ ΠΑΧΝΗΣ.
Ας ήτανε
Και συ πάλι που νόμιζες πως το σώμα σου
ήτανε θάλασσα! Μα ναι!
Ακτές και ορίζοντες και αγέλες γιγάντων
κύματα κι αίματα στων χειλιών σου το ρήγμα
κι η ψυχή μου που αέναα κυλά, σαν ποταμός
προς τη μία και μόνη κατεύθυνση!
Κάτω από την επιφάνεια του απέραντου σκοταδιού,
εκεί ο Θεός μου αναμασάει αιωνιότητα.
Ύδατα και στεναγμοί και ηφαίστεια στον πυθμένα
και είπε η Μήτρα των πάντων και εγέννετο φως
στους βυθούς των αστεριών και των ματιών σου.
Ω, Μοίρα που ενώνεις τ’ αναγκαία!
Εκ δύο μονάδων ένα εγεννήθηκε άπειρον
μέσα στου άγιου υγρού τη βάσανο και την ηδονή.
Ευτυχής ο θνητός που πεθαίνει γελώντας
θυμήθηκα να σου πω, καθώς έκλαιγε το μωρό
που μόλις γεννιόταν από το τίποτα
και μες στο Μέγα σπρωχνόταν.
Εξολκέας ζωής η μήτρα σου, Φως μου!
Κι ύστερα πάλι ένιωσες πως το σώμα σου ήτανε θάλασσα
κι εγώ ποταμός που έρρεα και χανόμουν
στο μέλλον της ευτυχίας.
Έρωτας πάντων πατέρας κι εγώ έρωτας
και χύνονταν τ’ άστρα, σειρήνες οι ώρες,
χορός ιερός στα σανίδια της Φύσης.
Κι οι δαίμονες, δαίμονες τριγύρω, αλλά,
παρά την αγριότητα των ανθρώπων,
εκλιπαρώ για ζωή το Θεό των θαυμασίων ,
λίγη ακόμα ζωή επί γης,
ας ήτανε κι εν μέσω των βαρβάρων,
ας ήτανε μισή αιωνιότητα μαζί σου ακόμα,
Ονειρούλα μου.
γ.π.κ-δρ.
Από την ΙΧΝΗ ΠΑΧΝΗΣ
ΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑ ΤΗΣ ΦΩΤΕΙΝΗΣ ΓΕΩΡΓΑΝΤΑΚΗ ΨΥΧΟΓΙΟΥ
<<Τούτος ο Δρόμος>>
ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΣΥΛΛΟΓΗ , ΦΥΛΛΑ ΣΤΙΓΜΗΣ
Τούτος ο δρόμος
Κι όμως!
Τον έχω διαβεί τούτο το δρόμο.
Θυμάμαι το άρωμά του,
την αγρύπνια του, το στοχασμό του.
Δικός μου ήταν και δικός σου.
Εκεί των πελμάτων μας χρώματα
εκεί, της αγάπης αχός.
Δεν ξαναφάνηκες,
αφιλόξενος έγινε.
Κρατά μυστικά η σιωπή, μα εγώ,
δανείζομαι λέξεις μαζί τους μιλώ.
Σαν διψάσω,
βυζαίνω τα χνώτα της γης,
απλώνω καρδιές.
Στης βροχής τα δάχτυλα,
μιλώ για σένα… με μένα.
Στην ανάπαυλα, αρμαθιάζω τις λύπες
σε δέντρων κορφές, γιορντάνι
το πληγωμένο νερό της οδύνης.
Τούτος ο δρόμος, ελευθερία λέγεται
και μ’ αρέσει…
27/1/2016-- Συλλ. Φύλλα στιγμές 2015 --
ΣΤΙΣ 31 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ, ΣΤΗΝ ΑΙΘΟΥΣΑ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΕΛΛΗΝΩΝ ΛΟΓΟΤΕΧΝΩΝ
ΕΓΙΝΕ ΜΕ ΜΕΓΑΛΗ ΕΠΙΤΥΧΙΑ Η ΚΟΠΗ ΤΗΣ ΠΙΤΑΣ ΤΟΥ <<Κελαινώ>>ΚΑΙ<<Ξάστερον>>
ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΑΣ ΖΑΛΩΝΗ.
Την 31η Ιανουαρίου 2016,
τα μέλη, οι συνεργάτες και οι φίλοι
του Λογοτεχνικού περιοδικού ΚΕΛΑΙΝΩ,
έκοψαν την πρωτοχρονιάτικη πίτα,
στην αίθουσα Μιχαήλα Αβέρωφ της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών,
συγχρόνως επετειακά εόρτασαν
τους προστάτες των Γραμμάτων και της Εκπαίδευσης,
τους τρεις Ιεράρχες, με ομιλίες:
της Ηρώς-Χρυσάνθης Αλεξανδράκη
και της Παναγιώτας Ζαλώνη.
ΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑ ΤΟΥ ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΣΑΝΤΑ
Η ΟΜΟΡΦΙΑ ΚΑΙ Η ΠΟΙΗΣΗ
(Η διαδρομή των Ελλήνων)
Η ΟΜΟΡΦΙΑ ΚΑΙ Η ΠΟΙΗΣΗ
(Η διαδρομή των Ελλήνων)
Η ομορφιά ,η ποίηση κι ο Ουρανός
κι η μουσική των αγγέλων
με τα άδηλα και τα κρύφια των ανθρώπων.
Πώς να σκοτώσεις τόσο έρωτα
με τη χαίτη του ανέμου
και το θρόισμα του φιλιού
με τον κυματισμό των πουλιών
κι ένα ταξίδι βαθύ!
Η Αφροδίτη κι ο ήλιος
και πέρα ένα νησί αχνίζει
τις λέξεις του Ομήρου.
Μη μένεις στη χαμέρπεια των ανθρώπων
μην ξοδεύεις άσκοπα τα όνειρα
για όσα το αύριο ,θα ντρέπεται για το χθες.
Γεννήθηκες να ερωτεύεσαι
την υψιπέτεια των ανθρώπων
τα χρώματα του Θεού.
Γεννήθηκες ποιητής των αιώνων.
Μα δεν το βλέπεις λοιπόν
το επαναλαμβάνουν
κάθε μέρα οι λέξεις τους
οι πιο πολλές κουβαλάν τον ελλήνιο ήχο
κι εσύ το αγνοείς ,ζηλεύεις
την άδεια ζωή των αλλότριων
που έχει αφαιρέσει το χρώμα
απ'το γέλιο τους
κι έχουν ξεχάσει τι σημαίνει
να δίνεις χωρίς ανταπόδοση!
Δεν το κατάλαβες λοιπόν
ότι η αστραπή απ'τη λάμψη μας
τους φοβίζει ακόμα.....
Στην αναστροφή των καιρών
θα τα πούμε καλύτερα.....
Τώρα, ο κάθε κατεργάρης
στον πάγκο του!
Θεόδωρος Σαντάς
ΕΝΑ ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΟ ΠΟΙΗΜΑ, ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΤΑΒΟΥΛΑΡΗ
<<ΙΜΙΑ>>
<<ΙΜΙΑ>>
Ι Μ Ι Α
Τις θάλασσες τις σκοτεινές μη φοβηθείς !
Μακριά σαλεύουν , στου απείρου τα λημέρια .
Κύματα αφρίζουν και ζητούν ,
εσέ να αφανίσουν ,
στο τέλος της πορείας σου πριν φτάσεις .
Θολά τ’ απατηλά νησιά των λογισμών
και χίμαιρες πικρές οι πλάνοι κάβοι .
Κοίτα σιμά σου για να βρεις εκείνο ,
που στη ζωή σου από αιώνες έχεις χρέος.
Μια ανασαιμιά το πέλαγος ,
πνοή Ελληνική , ονείρου ρίμα ,
το Αιγαίο στεφανώνει τα νησιά .
Μα πιο πολύ , μια πέτρα αιματόβρεχτη
στην άκρη τ’ ουρανού ... τα Ίμια !
Αν στην καρδιά σου έχεις κλείσει
την Ελλάδα ,
αν χρέος συ και προσμονή ζητάς ,
ετούτο το βαρύ το είναι να στεριώσεις ,
κάνε μπρατσέρα γοργοτάξιδη
το λάβρο σου κορμί
και σύρε , κουρσάρος του φόβου σου εσύ ,
το μέγα το ταξίδι να τελειώσεις .
Δεν είναι τούτη η πέτρα βράχος
θαλασσόβρεχτος
και του βοριά δεν είναι αποκούμπι .
Ψυχές βοούν και μας καλούν ,
πυρπολητές ξανά να γίνουμε ,
το φόβο να σκοτώσουμε
στις άπραγες καρδιές μας...
Τι ’ναι ανάγκη εσύ το ύπουλο σαράκι ,
που μυστικά τα σωθικά σου τρώει ,
πρώτο αυτό να πολεμήσεις.
Εμπρός λοιπόν ! Σεις της Ελλάδας καπετάνιοι.
Εμπρός ! Εσείς πυρπολητές , των φυγομάχων
φόβων .
Ας κάνουμε καράβια τα κορμιά μας
και τις ψυχές μας άνεμο του Αιγαίου !
Την κοφτερή μας πλώρη ας τη στρέψουμε ,
λόγχη μαζί μα και πυξίδα ,
στα Ίμια για να ’βρει απανέμι .
Γλυκά που ψιθυρίζει η θάλασσα ,
προφητικό το πέταγμα των γλάρων
κι εμείς σκοπό αλαργινό ας πούμε
σύντροφοι όλοι ταιριασμένοι ,
τι της Ελλάδας η ψυχή , από καιρό
στα Ίμια ανέλπιδα προσμένει !
Εκεί που αιώνες κατοικεί ...
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)