Άστρινος απόψε ο ουρανός.
Τα άστρα τρεμοσβήνουνε
στην μέθη του αιθέρα…
Και ένα νιο, ατίθασο αστέρι
από τη μέθη της αγάπης
ζαλισμένο
κάθετα βουτά να βρει…
να αγκαλιάσει
πάλλευκο περιστέρι,
που χρόνια το χαϊδεύουν
ο νους και η ματιά.
«Γιατί παιδί μου,
ξέχασες πως ο αιθέρας
φέρει απαγορευτικό,
για τ’ άστρα;
Πως είναι μολυσμένος
από δηλητήρια
που ο άνθρωπος φιλεύει
στους συνανθρώπους του;
Αέναα εφεύρει τρόπους
να απολείπουν οι πολλοί…
ώστε να μείνουν ολίγοι
οι λοιποί….
Ανέκαθεν,
το περιστέρι-μάρτυρας, υπήρξε
ο αποδιοπομπαίος ταχυδρόμος
της συνοικίας των Ονείρων
και νυν του Εφιάλτη!
Τι τάχα ονειρευόσουν
πώς θά ‘βρεις στο ξένο το αστέρι;
Ξέρω… αέναα πως ψάχνεις
για το περιστέρι σου παιδί μου!
Όμως… εκεί,
αργοπεθαίνει ο άνθρωπος…
χλωρίδα και πανίδα…
κι απατηλός ο αιθέρας παραμένει
γητευτής των ονειροπαρμένων
όπως κι εσύ αστέρι μου!
Ω! Η ΑΠΛΗΣΤΙΑ ανέκαθεν υπήρξε
ηγεμονεύουσα δύναμη.
Πολύ αργά για την βουτιά σου…
δεν είμαι βέβαιος ότι υπάρχουν πλέον
λευκά περιστέρια στην Γη!
Μην κλαις παιδί μου!
Έτσι είναι η ζωή!
Γεννιόμαστε… ζούμε… πεθαίνουμε
χωρίς ποτέ, κάποια όνειρά μας
να ενσαρκώνονται!»
Pipina D. Elles
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου