ΕΝΑ ΑΝΩΝΥΜΟ ΠΟΙΗΜΑ ΔΙΑ ΧΕΙΡΟΣ
ΟΔΥΣΣΕΑ ΠΑΠΑΙΩΑΝΝΟΥ
Σπίτια παλιά σε πόλεις άξενες,
να αγωνιούν την μνήμη
απτή ζωή της πόλης να διασώσουν.
Περήφανα και στωικά,
με τα μισάνοιχτα παραθυρόφυλλα τους,
να μοιάζουν μάτια μελαγχολικά,
καθώς κοιτάζουνε στοχαστικά
και ενίοτε ειρωνικά την μάταιη αγωνία των καιρών
και των ανθρώπινων ονείρων την ευτέλεια.
Κρατούν υπομονετικά κρυμμένα τα αχνάρια της ζωής
όλων αυτών που πόρευσαν την ύπαρξη τους
μέσα από τις σιωπηλές τους κάμαρες.
Και έτσι καθώς οι αέρηδες θρηνούν
από τα ανοιχτά πορτόφυλλα τους
γίνονται υστάτη πνοή ζωής στο αφήγημα
μιας ξεχασμένης εποχής
που πια καρτερικά προσμένει τον ενταφιασμό της
μαζί με την απολεσθείσα ανθρωπιά αυτής της πόλης.
να αγωνιούν την μνήμη
απτή ζωή της πόλης να διασώσουν.
Περήφανα και στωικά,
με τα μισάνοιχτα παραθυρόφυλλα τους,
να μοιάζουν μάτια μελαγχολικά,
καθώς κοιτάζουνε στοχαστικά
και ενίοτε ειρωνικά την μάταιη αγωνία των καιρών
και των ανθρώπινων ονείρων την ευτέλεια.
Κρατούν υπομονετικά κρυμμένα τα αχνάρια της ζωής
όλων αυτών που πόρευσαν την ύπαρξη τους
μέσα από τις σιωπηλές τους κάμαρες.
Και έτσι καθώς οι αέρηδες θρηνούν
από τα ανοιχτά πορτόφυλλα τους
γίνονται υστάτη πνοή ζωής στο αφήγημα
μιας ξεχασμένης εποχής
που πια καρτερικά προσμένει τον ενταφιασμό της
μαζί με την απολεσθείσα ανθρωπιά αυτής της πόλης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου