Οκτώβρης
Πήρες τα χούγια απ' το Νοέμβρη;
Μπήκες ταχύς κι ανταριασμένος,
όλο θυμό, συννεφιασμένος,
όλο παραξενιά, μα και ξινίλα!
Τί κυνηγάς μες τη μαυρίλα,
κιτρινισμένα, κόκκινα φύλλα;
Πήρες στους ώμους ένα φορτίο,
γεμάτο αγέρα, σκόνη και κρύο.
Σκέτη ντροπή μήνας σποράρης,
στον ουρανό να σουλατσάρεις...
Με πινελιές, θε να ξεδώσεις;
Του χθές λιακάδες, να αμαυρώσεις;
Δεν θέλω να σε κακολογήσω,
μα, ούτε να σου τα σύρω πίσω...
Τρέχεις στους δρόμους σαν το χαμίνι,
και λιβανίζεις σα θυμιατήρι...
Δες, η μέρα τα μάτια κλείνει
και του σπιτιού μου το παραθύρι...
Σκορπάς μια θλίψη, μελαγχολία,
λες και η πλάση έχει απεργία!
Έτσι ντυμένος μέσα στα γκρίζα,
κρεμιέσαι μες στην ψυχή κορνίζα...
...............
Ξάφνου, γυρνάς μετανιωμένος,
χαμόγελο σκας, συννεφιασμένο,
με έναν ήλιο με δίχως πόδια,
και να μου δείχνει όλα τα δόντια...
Ξέρω, σε λίγο, θα μετανιώσεις,
όταν ψιλή βροχούλα στρώσεις...
Και την προσμένω σαν ευλογία,
στην γη να δώσεις για νάχει 'γεία.
Ευλογημένος, ναι, δεν αντιλέγω...
Γι αυτό θα άρω γκρίνια και λόγο...
Λιλή Βασιλάκη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου