ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ <<ΑΤΑΚΤΑ ΚΑΙ ΑΝΕΣΤΙΑ>> ΔΙΑ ΧΕΙΡΟΣ
ΔΗΜΗΤΡΗ ΦΑΦΟΥΤΗ
<<ΘΕΑΤΡΟ>>
ΑΠΟΛΑΥΣΤΕ ΤΟΝ
ΘΕΑΤΡΟ
Έφτασε ο καιρός όπου θα αρχίσουν πάλι οι μεγάλες συναυλίες και οι παραστάσεις. Πήρε καινούργιο πουκάμισο να το φορέσει, να την υποδεχτεί έξω απ’ το αρχαίο θέατρο, ως ήταν ωραίος και ταπεινός στην ξεχασμένη του νιότη.
Πάλι στην έναρξη το ίδιο έργο, «Ο Ρωμαίος η Ιουλιέτα και τα σκοτάδια». Μέσα στη μαύρη Κατοχή, εκείνος να την κρύβει απ’ τους κακούργους στρατιώτες, με τις μεγάλες ενοχές και τις δικές της εξορίες. Εκείνη να πνίγεται στο ποτάμι που την αιχμαλώτισε και της στερούσε την ελευθερία.
Κάθε βράδυ να παραμονεύουν οι εφιάλτες της ψυχής, να αδειάσουν μέσα στα ξεπλυμένα μάτια της, το σκοτάδι που κουβαλάνε οι αιώνες τους. Την Ιουλιέτα να κρατάει εκείνος και τον φτωχό Ρωμαίο συντροφιά. Μα εκείνη πάντα να χάνεται μες στα σκληρά σκοτάδια.
Χρόνια την περιμένει, σα σταματούν οι κρύοι άνεμοι πάνω στη γη και ανεβαίνουν οι αύρες απ’ τις βαθιές θάλασσες και τα αμίλητα λιμάνια. Την ίδια πάντα μέρα στην είσοδο του θεάτρου, δίπλα στο σκοτεινό απ’ τον χειμώνα δέντρο του, ίσως να πέρασε μια ολόκληρη ζωή από την πρώτη φορά που ανταμωθήκανε.
Όπως τότε το ’68, που την περίμενε στην αποβάθρα του ηλεκτρικού, με δυο εισιτήρια στο χέρι για την Αλκυονίδα. Κράτησε στο συρτάρι τσακισμένο στα τέσσερα το πρόγραμμα του σινεμά, με λιγοστές αράδες για τις «Τρείς νύχτες μιας αγάπης» που πέρασαν στο βομβαρδισμένο δωμάτιο της Πράγας. Κα για το προσφυγάκι του στρατόπεδου που χαμογελούσε «Γυμνό ανάμεσα στους λύκους», προτού διαβεί το κρεματόριο.
Τότε τη λέγανε Ιωάννα, θυμάται ακόμα το όνομά της, με τη σχολική ποδιά και το πρώτο της κραγιόν πάνω στο αφίλητο στόμα. Μύριζε το κορμάκι της φρεσκοβαμμένο σχολικό θρανίο. Σαν ανοιχτό βιβλίο με τραγούδια για τον έρωτα, που ξεπέζευε απ’ τα όνειρα και έστρωνε καημούς στην τρυφερή αγκαλιά της. Ύστερα άλλαζε ονόματα μέσα στον ίδιο πόνο, την είπανε Κωνσταντίνα, Δήμητρα, Μυρτούλα, Αφροδίτη και απόψε επανάληψη. Ονόματα που φεύγουνε και μένει η αστραπή τους.
Χρόνια να πάρει γράμμα της, λες και τον ξεχάσανε οι πεθαμένοι ταχυδρόμοι, στο τελευταίο έκλαιγε σχεδόν σπαραχτικά «Μίκρυνε το μολύβι μου, όπως μίκρυναν και τα όνειρά μου». Γι’ αυτό και απόψε έχει κρατήσει τις τελευταίες θέσεις μες στο αρχαίο θέατρο, όπου οι ήχοι φτάνουνε λειψοί και καθυστερημένοι. Το φως να έχει ξοδευτεί στις μπροστινές κερκίδες και ταπάθη των πρωταγωνιστών να κρύβονται μες στο βουβό του κλάμα. Απόψε θέλει μέσα στον λυγμό να της φωνάξει: «Για σένα έγραψα τα τελευταία μου ποιήματα, πού χάθηκες, πώς τέλειωσαν τόσο νωρίς τα παραμύθια;»
Να της φωνάξει τα παλιά και τα καινούργια ονόματα, κι ας λιώνει η ψυχούλα του. Όλα τα ονόματα που φεύγουνε και μένει η αστραπή τους.
Δημήτριος Χ. Φαφούτης- 'Ατακτα και Ανέστια
( εκδ. Βεργίνα 2017)
( εκδ. Βεργίνα 2017)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου