ΜΕ ΑΓΑΠΗ ,ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝ ΚΑΙ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΤΗΣ ΠΕΝΑΣ ΤΩΝ ΦΙΛΩΝ ΜΑΣ !


Τετάρτη 24 Μαΐου 2017

<<ΠΟΙΗΤΙΚΕΣ ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ>> 
ΔΙΑ ΧΕΙΡΟΣ 
ΕΛΕΝΗΣ ΛΥΤΡΑ 


Η επιθυμία διστακτική ανοιγόκλεινε πάνω 
στα πράγματα
μαχαίρια πρόσμεναν να κόψουν το φόβο 
στα δυο σαν το ρόδι
τρεμόσβηνε χλωμή η φλόγα απ’ το καντήλι 
έξω ακούγονταν πολλές φωνές χαρούμενες...
ήταν οι ευχές σας κι η αγάπη σας, 
λέξεις όμορφες, φωτεινές παρουσίες
κι ένα χάδι ελπίδας ...
τότε η αχτίδα, με δυσκολία, 
προσπέρασε τη ρωγμή 
κι όλα γέμισαν φως!!! 
«Σας ευχαριστώ όλους από καρδιάς για τις ευχές σας !»

Δευτέρα 22 Μαΐου 2017

<<ΤΟ ΞΥΠΝΗΜΑ>> 
ΕΝΑ ΩΡΑΙΟ ΠΟΙΗΜΑ ΔΙΑ ΧΕΙΡΟΣ 
ΧΡΙΣΤΙΝΑΣ ΜΥΤΙΛΗΝΑΙΟΥ-ΙΑΚΩΒΙΔΟΥ 


ΤΟ ΞΥΠΝΗΜΑ
Το ξύπνημα το πρωϊνό γιομάτο
προσμονή κ' αγάπη,
κελάηδημα αηδονιού μοναδικό,
τραγούδι ήχησε τ' ανέμου
στις ανθισμένες του Μάη φυλλωσιές.
Στον κόρφο της λεβάντας,
που τ' άρωμά της απλώνεται
σ' αγάπης θυμιατήρια!
Χ.Μ.Ι. 22/5/2016
<<ΤΟ ΞΥΠΝΗΜΑ>> 
ΕΝΑ ΩΡΑΙΟ ΠΟΙΗΜΑ ΔΙΑ ΧΕΙΡΟΣ 
CHRISTINA MYTILINEOU- IAKOVIDOU



ΤΟ ΞΥΠΝΗΜΑ
Το ξύπνημα το πρωϊνό γιομάτο
προσμονή κ' αγάπη,
κελάηδημα αηδονιού μοναδικό,
τραγούδι ήχησε τ' ανέμου
στις ανθισμένες του Μάη φυλλωσιές.
Στον κόρφο της λεβάντας,
που τ' άρωμά της απλώνεται
σ' αγάπης θυμιατήρια!
Χ.Μ.Ι. 22/5/2016

Παρασκευή 19 Μαΐου 2017

<<ΤΟ ΣΤΕΦΑΝΩΜΑ>> 
ΔΙΑ ΧΕΙΡΟΣ ΤΗΣ ΠΟΙΗΤΡΙΑΣ 
PIPINA ELLES 



Το Στεφάνωμα
Το στεφάνωμα ‘πρόσμενες…
Μαρμάρινη η πλάκα 
απάνω σου: 
ως ενός…
“εκπροσώπου των Oδυνών”!

Την ύστατη αναγνώριση
την σκέφτηκες σαν έφευγες 
και χαμογέλασες ειρωνικά:

“Ποιος θα με θυμηθεί
τώρα πια!”

Η ειρωνία σου, πικρή
τρικύμισε στα σωθικά, 
τα μέσα μου αφύπνισε!

Άκου τώρα γλυκέ μου
αόρατε:
Εγώ, θα σου πλέξω 
στέφανο παινάδι,
από ήλιο και χιόνι 
και θα σου τραγουδήσω 
τον απόδημο εκείνο σκοπό: 
του Γέρο-Δήμου
κι άλλους στίχους, 
απ’ εκείνους π’ αγάπησες.

Γιατί εγώ, 
όπως κι εσύ,
θα τό ‘θελα 
ένας παλιόφιλος 
να με χαϊδεύει 
στον ύπνο τον βαθύ
τον ατέρμονο.

Να μου τραγουδάει 
τραγούδια κουφά, 
καθισμένος 
στην ταφόπετρά μου!

Η μνήμη για την μνήμη 
αγαπημένε μου 
και παραμένει μνήμη
στη μνήμη 
όσων φέροντές την… 
επιζούνε!

©Πιπίνα Έλλη (Elles), Sydney, 20/5/'17
<<ΤΑΞΙΔΙΩΤΕΣ ΣΤΟ ΦΩΣ>> 
ΕΝΑ ΩΡΑΙΟ ΠΟΙΗΜΑ... 
ΔΙΑ ΧΕΙΡΟΣ ΜΙΑΣ ΞΕΧΩΡΙΣΤΗΣ ΨΥΧΗΣ 
ΤΗΣ ΣΤΕΛΛΑΣ ΤΕΡΓΙΑΚΗ 



ΤΑΞΙΔΙΩΤΕΣ ΣΤΟ ΦΩΣ
Απορείς … γιατί συμβαίνουν γύρω σου όλα αυτά.
Πονάς, αλλά αντέχεις 
βουτώντας την καρδιά σου
στη σιωπή της λογικής.
Στέκεσαι πίσω απ’ την καθαρότητα
και τη διαύγεια της αλήθειας
κι αντέχεις τα φράγματα 
στο αφανέρωτο της ολότητας!
Φεύγεις και πάλι έρχεσαι,
σ’ ένα ταξίδι αέναο
που σε θλίβει κι όλο ματώνεις
παρασυρμένος στην κοίτη της ύπαρξης.
Αναριγάς … σαν τα γέρικα δένδρα
που αφημένα στη δίνη του βοριά 
λικνίζονται και σιγοτραγουδούν
στο φευγιό του αγέρα…
Άκου … άκου ψυχή μου!
Το νερό που κελαρύζει, δεν είναι είναι απ’ το ρυάκι
που αγναντεύεις στο ρυθμό της ζωής.
Είν’ η καρδιά σου …
που θλιμμένη κι αφημένη στους ήχους
της εγκατάλειψης
πάλλεται … κραυγάζοντας να την ακούσεις
μέσα στη σιγαλιά της απραξίας σου !
Κοίτα καρδιά μου και δες,
το φως στα μάτια μου που σε φωνάζει
και λαμπιρίζει, εκεί .. στ’ αστέρια
όταν μαζί απ’ το μηδέν γινήκαμε 
και ακουμπούσες …
πάνω στο στήθος μου
που σε γαλούχησε,
τροφοδοσία απ’ το Άπαν !
Κοίτα τα χέρια μου,
σου δείχνουν το φως στον Ήλιο
κι απορροφούν ακτίνες 
για να σου δώσουν ζέση … κι αγάπη.
Πάρ’ τα όλα αυτά … είναι δικά σου
κι απλά θυμήσου, 
πόσο μονάχοι υπήρξαμε…!

Τετάρτη 17 Μαΐου 2017

ΕΝΑ ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΟ ΠΟΙΗΜΑ 
ΔΙΑ ΧΕΙΡΟΣ ΜΑΙΡΗΣ ΜΑΥΡΩΝΑ  
ΑΠΟΛΑΥΣΤΕ ΤΟ 



Θέλω σήμερα να φορέσω ένα μανδύα ...
από αυτούς που χαρίζονται στους ανυπότακτους
του μέσα κόσμου...
να μετρήσω ως το δώδεκα..
για εκείνον,τον αλλοίθωρο ποιητή
που αφήνει μια σφραγίδα στη φωτιά
να ξεχειμωνιάζει.
Να κάνω έρωτα με το είδωλο του χρόνου του...
Ισως ετσι...κυττώντας ο ένας τον άλλον,
βάψουμε λευκά 
τα παράθυρα των ίσκιων μας..

Μαίρη Μαυρωνά



ΚΑΛΟΤΑΞΙΔΟ... ΜΕ ΟΥΡΙΟ ΑΝΕΜΟ ΠΑΝΤΑ,  
ΑΓΑΠΗΜΕΝΕ ΜΑΣ ΘΕΟΦΙΛΕ  



<<ΑΓΡΙΟΘΑΛΑΣΣΑ>> 
ΕΝΑ ΟΜΟΡΦΟ ΠΟΙΗΜΑ ΔΙΑ ΧΕΙΡΟΣ 
ΜΑΡΙΑΣ ΝΑΝΤΗ 


Αγριοθάλασσα - Μαρία Νάντη ©
---------------------------------------------

- Mε μάγεψες Αγριοθάλασσα!
Ένα ποτήρι αλμύρα μού `δωσες να πιω,
Του Ποσειδώνα Νέκταρ και ζαλίστηκα...

- Με μέθυσες Αγριοθάλασσα!
Ένα σεντόνι κέντησες, με φύκια και κοράλλια 
και το χρωμάτισες με το βαθύ γαλάζιο σου...

- Με σκέπασες Αγριοθάλασσα!
Και μ`άφησες, όνειρο ακυβέρνητο,
στην κούνια των ασύμμετρων κυμάτων σου
να αποκοιμηθώ...

- Με ταξιδεύεις Αγριοθάλασσα!
Με πήρες βότσαλο μικρό 
και με πηγαίνεις σε κακόφημα λιμάνια,
σε μυστηριακούς ωκεανούς και σ`ουρανούς αλήτες 
και σε λογιών-λογιών παζάρια κι αγορές...

- Με δίδαξες Αγριοθάλασσα
Γυρνώντας στην πατρίδα μου,
φέρνω μαργαριτάρια και πανάκριβα μετάξια
κι όλου του κόσμου την πολύτιμη Σοφία και γνώση...

- Με αποκάλυψες Αγριοθάλασσα!
Ταξίδευα φτωχός, δίχως παπούτσια, δίχως ρούχα,
δίχως κάτι δικό μου, δίχως κάτι έστω ξένο / δανικό,
κρατώντας μια βαλίτσα άδεια και για εισιτήριο το τίποτα...

- Με έντυσες Αγριοθάλασσα!
Τώρα που γύρισα, δεν είμαι μόνος πια,
δεν είναι το καράβι μου πια χάρτινο...

Θα χτίσω σπίτι και θα φυτέψω αμπέλια και περβόλια,
θά `χω τ`αστέρια τα χρυσά 
την ευτυχία μιας πανσέληνου να εξαγοράζω...

Θά `χω τον Ήλιο τον λαμπρό,
για να ζεσταίνει τις ανήμερες ψυχές σας...

- Με γέμισες Αγριοθάλασσα!
Ένα σεντούκι που έφερα μαζί μου,
με θησαυρό ανεκτίμητο, θα σας τονε χαρίσω...

Άνθρωποι! Πάρτε Αγάπη!
Κρατήστε την, σαν Άγιο Φυλαχτό!
μοιράστε την, Φως Αθάνατο / Ιερό!

- Με λύτρωσες Αγριοθάλασσα!
Τώρα το ξέρω, το `μαθα καλά!
στ `απέραντο σου, γύρευα Ιθάκες τόσα χρόνια
και τελικά, μονάχα μία βρήκα, Ιθάκη αληθινή!

- Με έφτασες στον Παράδεισο Αγριοθάλασσα!

Τρίτη 16 Μαΐου 2017

ΕΝΑ ΑΝΩΝΥΜΟ ΠΟΙΗΜΑ 
ΔΙΑ ΧΕΙΡΟΣ 
ΡΟΥΛΑΣ ΡΩΜΑΝΟΥ 


Σου εγραψα αιμορραγουντα Ρηματα
χαραξα στα Ουσιαστικα, παλλομενες φλεβες
εβαλα τα Επιθετα στα αχαρτογραφητα οικοπεδα του ελεους σου
τονισα τον λυγμο με σιωπη
αφαιρεσα τις Τελειες μην τρομαξουν τον δισταγμο σου...

...και συ ουτε τις Προθεσεις δεν καταλαβες ;
• Ρουλα Ρωμανου •

Παρασκευή 12 Μαΐου 2017

<<Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ ΜΟΥ>> 
ΔΙΑ ΧΕΙΡΟΣ ΤΗΣ ΕΞΑΙΡΕΤΗΣ ΠΟΙΗΤΡΑΣ 
ΣΤΕΛΛΑΣ ΤΕΡΓΙΑΚΗ. 
ΑΠΟΛΑΥΣΤΕ ΤΟ  


Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ ΜΟΥ


Καθήλωσες τη σκέψη μου
στη φθινοπωρινή σονάτα των ονείρων
των φέγγων και 
των δρόμων της ζωής…

Άδεια μοιάζουν τα σύνορα
της ψυχής που ανατέλλει...
προσμένοντας τη διάσταση
που διατρέχει,
ανοίγοντας τριαντάφυλλα
στο δρόμο των ρόδων…

Έτσι μαγεύτηκα από σένα
Άνθρωπε της ψυχής μου !
Έτσι ανεβήκαμε μαζί,
κρατώντας τη δάδα
της καρδιάς και της χίμαιρας …
Έτσι γεύτηκα στ’ ακροθαλάσσι 
του Είναι σου,
τους καρπούς της ζωής σου
- σταφύλια άγουρα ακόμα -.

Ό,τι αγάπησα και ό,τι αγαπώ
υπάρχει και πάλλεται μέσα μου
δονείται, ζει και γεννιέται αδιάκοπα,
μαζί με σένα
σ’ αυτό το περίτρανο 
ταξίδι στο χρόνο…

Φοράς το ρούχο σου,
να ντύσεις τη γύμνια σου,
σε φορώ Εαυτέ μου,
να ντύσω την ψυχή μου…!

© Στέλλα Τεργιακή



Τετάρτη 10 Μαΐου 2017

<<ΟΙ ΕΠΙΛΟΓΕΣ ΜΟΥ>> 
Ο ΛΟΓΟΣ ΕΝΟΣ ΜΕΓΑΛΟΥ ΝΕΟΕΛΛΗΝΑ ΠΟΙΗΤΗ... 
ΤΟΥ ΚΩΣΤΑ ΒΑΣΙΛΑΚΟΥ 



Οι επιλογές μου
Έχω φυλαγμένα τα αισθήματά σας στο παλιό 
εικονοστάσι της ψυχής μου.

Λουλούδια κι αγκάθια , όλα δικές μου επιλογές.
Μαζί τους πέρασα όλη μου τη ζωή.

" Ανάμεσα σε δυο στιγμές "
Κώστας Βασιλάκος / Εκδόσεις Σοκόλη

<<ΣΤΟ ΠΡΩΤΟ ΜΟΥ ΦΩΣ>> 
ΕΝΑ ΥΠΕΡΟΧΟ ΠΟΙΗΜΑ... ΔΙΑ ΧΕΙΡΟΣ ΤΗΣ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣ ΠΟΙΗΤΡΙΑΣ 
ΛΙΤΣΑΣ ΔΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΥ 


Μάνα του φεγγαριού,
του πρώτου φιλιού μου μάνα
με το αδρό περπάτημα,
τ' ανήσυχο βλέμμα που ανοίγει στα δύο τους δρόμους,
με τα γιασεμιά
και τις άγριες τσουκνίδες στα χέρια
να ροκανίζουν τις φλέβες σου,
αιμάτινη φλόγα στο στήθος σου το γάλα
μυριόφυλλο ρέει
και καρτερεί στου φέγγους τον ίσκιο
τ΄αρχάγγελα χείλη να βυζάξουν το φως σου.

Μάνα του ούριου ανέμου,
της αγίας εγκαρτέρησης μάνα
που ρήγματα ανοίγεις στου πόνου τα κράσπεδα
στον καθάριο σου λόγο οι θεοί λησμονούν τα ουράνια
στην ποδιά σου αφήνουν κουράγια και κρίνα
ανταμώνουν με της αγκάλης σου το μυρωμένο ακρογιάλι
και σκοντάφτουν στο άγριο του σκάψιμο.
Έτσι αγριεμένο που λάμπει
ταράζονται τα παραθύρια του κόσμου
κι ανοίγει την προσευχή του ο Παράδεισος.

Μάνα του σπλάχνου σου η ανάσα
μυρίζει λεβάντα κι αγίασμα
από ιδρώτα και δάκρυ
σκαρίφημα απ΄του κορμιού σου τη σμίλη.

Ναι, δεν το ξεχνώ
θα κρατώ ζακέτα
όταν το κρύο αρχινά τις ξεναγήσεις του
στο κραυγαλέο σκοτάδι μου.

                                                            5/5/2016 Καλλιόπη Δημητροπούλου
<<ΜΑΝΑ, ΤΕΛΟΣ ΚΙ ΑΡΧΗ>> 
ΔΙΑ ΧΕΙΡΟΣ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΠΟΙΗΤΡΙΑΣ 
ΦΩΤΕΙΝΗΣ ΓΕΩΡΓΑΝΤΑΚΗ ΨΥΧΟΓΙΟΥ 



Μάνα, Τέλος κι αρχή
Eσύ,
της ζωής παρουσία αρχέγονη, 
μοίρες ορίζεις.
Σώμα οδύνης, χαράς, γλυκολάλητος λόγος,
η φύτρα σου δώρημα θείο.
Έμβια όντα ανασταίνονται μέσα σου,
Μάνα!
Χέρια που απλώνονται στου χρόνου τα βάθη
ματιά που Παντάνασσας βλέμμα θυμίζει
ουρανόσταλτη είσαι.
Κασταλίας νερό βυζαίνει το σπλάχνο,
ο κόσμος γεμίζει της ζέστας σου χνώτα
στα στήθη σου δίδυμο ταίρι ο παλμός μας,
σκυμμένη στο λίκνο το φόβο αποδιώχνεις. 
Στο γέρμα της μέρας η αγάπη σου
δύναμης γίνεται λέξη,
το χαμόγελο, λιμάνι απάνεμο
που ρότες χαράσσει.
Εσύ την ελπίδα κομίζεις, η ύπαρξή σου,
ανασταίνει της πλάσης το σπέρμα
η ανάσα σου, στηρίζει
του Σύμπαντος ράχη.
Αγκάλη που κρύβει τα πάθη η μορφή σου,
στήριγμα είσαι, φυλαχτό ακριβό.
Στίχος απλώνεσαι, υποκλίνεται η πένα,
ο λόγος σου, αγίασμα ρέει σε σελίδα λευκή.
Η έλλειψή σου ορφάνια
κι αλύτρωτη φύση.
Ποιητές μνημονεύουν την ύψιστη χάρη 
στου ερχομού σου το άστρο σήμαντρα ηχούν.
Μάνα!
Τ’ όνομά σου ευωδία στο στόμα,
Άλφα κι Ωμέγα, τέλος κι αρχή.

10/5/2017
<< ΤΟ ΔΙΚΟ ΜΟΥ ΣΥΜΠΑΝ>> 
ΕΝΑ ΒΡΑΒΕΥΜΕΝΟ ΠΟΙΗΜΑ 
ΔΙΑ ΧΕΙΡΟΣ ΤΟΥ ΚΑΤΑΞΙΩΜΕΝΟΥ ΠΟΙΗΤΗ 
ΓΙΑΝΝΗ ΦΙΛΙΠΠΑΚΗ 


----------- ΤΟ ΔΙΚΟ ΜΟΥ ΣΥΜΠΑΝ ---------
Με φτερά από λέξεις άγραφτες
και το δισάκι της σιωπής γεμάτο,
αφήνω πίσω μου το αμετάβλητο.
Πάίρνω μόνο το κόκκινο του δειλινού,
σαν των χειλιών σου το αποτύπωμα,
για πιο πέρα από την δύση των καιρών.
Εκεί,που συνθέτουν οι μύθοι
πραγματικότητες
και ονειροκρίτες πειστικές επεξηγήσεις.
Σ'ένα λαβύρινθο άσπρων νάνων
που συρρικνώθηκαν πριν την έκρηξη
των αδικιών τους.
Για να χτίσω,δικό μου σύμπαν,
από τα κομμάτια της κατάρρευσης.
Με πεδιάδες ηλιοτρόπια και γαλάζιο μόνιμο,
για αταξίδευτους προορισμούς,
σε απαγορευμένες υφαλοκρηπίδες ίριδες,
στα χωρικά των ματιών σου,
δακρυφορούσα
ειρήνη μου.
Με κατάργηση στεναγμών 
και σιδήρου.
Ένα σύμπαν,
να ισορροπεί
στην δοκό της δικαιοσύνης
και της αγάπης,
με ανθρώπινους θώρακες να χωρούν την πανσέληνο
κι'όλους τους νυχτερινούς καβαλάρηδες
των ακατόρθωτων
ουρανών.

ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ <<ΑΤΑΚΤΑ ΚΑΙ ΑΝΕΣΤΙΑ>> ΔΙΑ ΧΕΙΡΟΣ 
ΔΗΜΗΤΡΗ ΦΑΦΟΥΤΗ 
<<ΘΕΑΤΡΟ>> 
ΑΠΟΛΑΥΣΤΕ ΤΟΝ


ΘΕΑΤΡΟ
Έφτασε ο καιρός όπου θα αρχίσουν πάλι οι μεγάλες συναυλίες και οι παραστάσεις. Πήρε καινούργιο πουκάμισο να το φορέσει, να την υποδεχτεί έξω απ’ το αρχαίο θέατρο, ως ήταν ωραίος και ταπεινός στην ξεχασμένη του νιότη.
Πάλι στην έναρξη το ίδιο έργο, «Ο Ρωμαίος η Ιουλιέτα και τα σκοτάδια». Μέσα στη μαύρη Κατοχή, εκείνος να την κρύβει απ’ τους κακούργους στρατιώτες, με τις μεγάλες ενοχές και τις δικές της εξορίες. Εκείνη να πνίγεται στο ποτάμι που την αιχμαλώτισε και της στερούσε την ελευθερία.
Κάθε βράδυ να παραμονεύουν οι εφιάλτες της ψυχής, να αδειάσουν μέσα στα ξεπλυμένα μάτια της, το σκοτάδι που κουβαλάνε οι αιώνες τους. Την Ιουλιέτα να κρατάει εκείνος και τον φτωχό Ρωμαίο συντροφιά. Μα εκείνη πάντα να χάνεται μες στα σκληρά σκοτάδια.
Χρόνια την περιμένει, σα σταματούν οι κρύοι άνεμοι πάνω στη γη και ανεβαίνουν οι αύρες απ’ τις βαθιές θάλασσες και τα αμίλητα λιμάνια. Την ίδια πάντα μέρα στην είσοδο του θεάτρου, δίπλα στο σκοτεινό απ’ τον χειμώνα δέντρο του, ίσως να πέρασε μια ολόκληρη ζωή από την πρώτη φορά που ανταμωθήκανε.
Όπως τότε το ’68, που την περίμενε στην αποβάθρα του ηλεκτρικού, με δυο εισιτήρια στο χέρι για την Αλκυονίδα. Κράτησε στο συρτάρι τσακισμένο στα τέσσερα το πρόγραμμα του σινεμά, με λιγοστές αράδες για τις «Τρείς νύχτες μιας αγάπης» που πέρασαν στο βομβαρδισμένο δωμάτιο της Πράγας. Κα για το προσφυγάκι του στρατόπεδου που χαμογελούσε «Γυμνό ανάμεσα στους λύκους», προτού διαβεί το κρεματόριο.
Τότε τη λέγανε Ιωάννα, θυμάται ακόμα το όνομά της, με τη σχολική ποδιά και το πρώτο της κραγιόν πάνω στο αφίλητο στόμα. Μύριζε το κορμάκι της φρεσκοβαμμένο σχολικό θρανίο. Σαν ανοιχτό βιβλίο με τραγούδια για τον έρωτα, που ξεπέζευε απ’ τα όνειρα και έστρωνε καημούς στην τρυφερή αγκαλιά της. Ύστερα άλλαζε ονόματα μέσα στον ίδιο πόνο, την είπανε Κωνσταντίνα, Δήμητρα, Μυρτούλα, Αφροδίτη και απόψε επανάληψη. Ονόματα που φεύγουνε και μένει η αστραπή τους.
Χρόνια να πάρει γράμμα της, λες και τον ξεχάσανε οι πεθαμένοι ταχυδρόμοι, στο τελευταίο έκλαιγε σχεδόν σπαραχτικά «Μίκρυνε το μολύβι μου, όπως μίκρυναν και τα όνειρά μου». Γι’ αυτό και απόψε έχει κρατήσει τις τελευταίες θέσεις μες στο αρχαίο θέατρο, όπου οι ήχοι φτάνουνε λειψοί και καθυστερημένοι. Το φως να έχει ξοδευτεί στις μπροστινές κερκίδες και ταπάθη των πρωταγωνιστών να κρύβονται μες στο βουβό του κλάμα. Απόψε θέλει μέσα στον λυγμό να της φωνάξει: «Για σένα έγραψα τα τελευταία μου ποιήματα, πού χάθηκες, πώς τέλειωσαν τόσο νωρίς τα παραμύθια;»
Να της φωνάξει τα παλιά και τα καινούργια ονόματα, κι ας λιώνει η ψυχούλα του. Όλα τα ονόματα που φεύγουνε και μένει η αστραπή τους.
Δημήτριος Χ. Φαφούτης- 'Ατακτα και Ανέστια
( εκδ. Βεργίνα 2017)

Τρίτη 9 Μαΐου 2017

ΕΝΑ ΤΡΥΦΕΡΟ ΠΟΙΗΜΑ 
ΔΙΑ ΧΕΙΡΟΣ ΤΟΥ ΜΑΙΤΡ ΤΗΣ ΠΟΙΗΣΗΣ 
ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΣΑΝΤΑ 
<<ΝΑ ΗΞΕΡΕΣ>> 


ΝΑ ΗΞΕΡΕΣ

Να ήξερες πόσον 
παράδεισο μου χαρίζει
η κάθε σου λέξη 
και πόσους στίχους αγάπης
της καρδιάς το τετράδιο
που γράφω για σένα.
Πόση δύναμη αντλώ 
μ'ένα σου άγγιγμα 
όταν τρέμει το φύλλο μου
και πόση αγάπη 
των λουλουδιών χρειάζομαι 
να στολίσω ένα ποίημα.
Να ήξερες
τι εύθραυστα πλάσματα 
είναι οι ποιητές,στην προσευχή σου
τάμα θα άφηνες
όταν τους πνίγει η μοναξιά
και τους καταπίνει η άβυσσος.
Κι αν ήξερες 
ναι,αν ήξερες, πόσο άπειρο 
χρειάζονται οι ποιητές να ανακαλύψουν 
το ιδανικό και το τέλειο
δε θα έλειπες ποτέ,απ'το ταξίδι αυτό!

Θεόδωρος Σαντάς,Θεσσαλονίκη,8-5-2017

Παρασκευή 5 Μαΐου 2017

ΜΕ ΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑ ΤΗΣ... 
Η ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΔΕΚΟΥΛΟΥ ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ 
ΕΚΑΝΕ ΤΗΝ ΥΠΕΡΒΑΣΗ ΤΗΣ 



Πέρα από θνητά όρια
Σκαλίζοντας τη σιωπή 
σε σκιές του αέναου χρόνου, 
ακράγγιξα μια ανασαιμιά 
στης γης τον ομφαλό.

Μετάλαβα δάκρυ αλμυρό 
ανάμεσα στα χείλη σου. 
 Θήλασα γάλα βρόχινο
από τα στήθη των νεφών.

Ξεψύχησα σε θάλασσα 
που ο έρωτας εκβάλλει, 
κι ήμουν θεός !

3/5/14
ΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑ ΔΙΑ ΧΕΙΡΟΣ 
ΓΙΑΝΝΗ ΒΕΛΛΗ 
ΑΠΟΛΑΥΣΤΕ ΤΟ 


"Κι αυτή η ποίηση, τι ήταν στα χρόνια μας; 
μια κουρασμένη μήτρα, λεόντων και φιδιών
κάπου εκεί ενδιάμεσα, μοιράζονταν τα λόγια
ή και ερωτεύονταν, διχασμένα πια
μεταξύ ένδοξης τιμής και δηλητηρίου,
τόσο μπερδεμένοι έδειχναν οι προστάτες
ακόμα κι οι ελεύθεροι κουβαλητές,
δεν στέκονταν τίμια, στις περιστάσεις
αδικούσαν, πρόσβαλαν, ενοχλούσαν, αγνοούσαν, τέτοια μιζέρια
λες και δεν γεννήθηκαν, με τη λύρα και το λόγο στο προσκεφάλι τους
λες και δεν ένιωσαν, την αύρα του ανέμου ποτέ στην καρδιά τους
κι όμως εμείς αρνηθήκαμε την πίκρα στο στόμα μας, από το δηλητήριο
σκοτώσαμε, τις ψεύτικες μάσκες, της υποκρισίας, με έρωτα φυλακτό."
Γιάννης Βέλλης