Κι εμείς
κυβερνήτες σ' ένα καράβι
που κάπου-κάπου χάνει την ρότα του.
Συνεπαρμένοι από τα ξένα τα όνειρα
κι ας ξέρουμε πως δεν είναι διαμάντια
μα σαν Δον Κιχώτες διαλέγουμε τ' όνειρο
κι έτσι γινόμαστε έρμαια και θύματα των ικανών
των κλεφτών και των απατεώνων
που μας ρημάζουν ανερυθρίαστα
κι όμως συνεχίζουμε να γινόμαστε οι δικές τους ομπρέλες
απλά για μια ματιά στοργική δήθεν
για μια αποδοχή κι ένα ψευτοχάμογελο.
Αχ εμείς. Από δικού μας αδικημένοι
με τις ψυχές μα ς κρεμασμένες στα μανταλάκια
ενός περιπτέρου γεμάτου με αστεία περιοδικά.
και σαν μένουμε μόνοι ν' αδειάζουμε απ' όλα
να χανόμαστε στα τάρταρα μιας δυστυχίας ανείπωτης
Κι ενώ μετά απ' το σκόρπισμα τούτο
περιμένουμε να κουρνιάσουμε στο μεταξωτό το κουκούλι μας
και να βγούμε την άνοιξη σαν χρωματιστές πεταλούδες
στεκόμαστε κουρελήδες κι ανήμποροι
εκατό χρόνια πιο γερασμένοι
λαβωμένοι από έναν αναίμακτο πόλεμο
ερείπια που χάσκουν εγκατάλειψη.
Κι όλα αυτά
μόνο και μόνο επειδή μας έδωσε ο Θεός
μια ικανότητα τραγική και πολύτιμη:
να μπορούμε να διακρίνουμε το φωτεινό μες το απόλυτο μαύρο. Ρ.Γ.
Θερμά ευχαριστω για την τιμή!
ΑπάντησηΔιαγραφή