απ’ το κρυφτό στις χαραμάδες των δέντρων,
αγκαλιασμένα χέρι χέρι,
μετρώντας τ’ άστρα ένα ένα,
που φέγγιζαν στον πελώριο ουρανό μας.
Έλα να παίξουμε,
να ξεχαστούμε στην λήθη του χρόνου
να μοιραστούμε πάλι απ’ την αρχή
την περιπέτεια στ’ όνειρο .
Χρυσές κλωστές έγνεθαν το παραμύθι
υφασμένο απ’ τις Μοίρες, σε χιτώνες λευκούς.
Λουλούδια κεντημένα
άνθισαν σαν Μυστική Ευχή.
Δώρα απέραντης αγάπης και ευλογίας
έρρεαν στο παραθύρι της ψυχής,
χαμόγελα σκόρπισαν παντού.
Ξεθωριασμένες νότες
ξανά ζωντάνεψαν
σε μια χαρμόσυνη τελετή,
σε μια υπέρλαμπρη γιορτή,
και εγώ έγινα ξανά,
η Βασίλισσα σου,
η Κυρά του Πύργου σου,
μακριά απ’ τον στοιχειωμένο τρελό,
μακριά απ’ τις φωνές του κόσμου.
Έδιωξα κάθε σύννεφο Βασιλιά μου
πιστή υπήκοος στο Βασίλειο σου.
Σε θρύλους μακρινούς,
θα χτίσω την Νέα Μας Ζωή.
Σε χώρες μαγικές,
θα ταξιδέψω μαζί σου,
σε μια αέναη κίνηση,
στις παρυφές του απείρου
σκίρτημα φωλιασμένο
στης πορφύρας τα ανθισμένα ρόδα.